Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πλημμελούς επαγγελματικής πρακτικής που εφαρμόζεται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια αποτελεί το γεγονός ότι, πλήθος εργοδοτών, σε προσπάθεια μείωσης των επιχειρηματικών τους εξόδων, αμελούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται ρητώς από τον Νόμο, προς τη λήψη αυστηρών μέτρων ασφαλείας, με σκοπό την μέριμνα για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.
Συνέπεια της συγκεκριμένης επαγγελματικής πρακτικής, έχουν αυξηθεί ραγδαίως τα ατυχήματα που λαμβάνουν χώρα στο εργατικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα να αναζητά τη νομική μας συνδρομή, πλήθος εργαζομένων, προκειμένου να διασφαλίσουν τα νόμιμα δικαιώματά τους.
Ως εργατικό ατύχημα νοείται κάθε είδους ατύχημα που προκαλείται σε εργαζόμενο, συνέπεια ενός «βίαιου» συμβάντος, το οποίο και λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια ή με αφορμή και σε σχέση με την εργασία του.
Ωστόσο, αφενός λόγω του μεγάλου εύρους των επαγγελμάτων και των σχετικών νομοθετικών κανονισμών και ρυθμίσεων αναφορικά με τη λειτουργεία τους και αφετέρου λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των σχετικών κανόνων Δικαίου, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων, αγνοεί σε μεγάλο βαθμό :
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι επί εργατικού ατυχήματος, έχει θεσπιστεί με τον Ν. 551/1915, Αντικειμενική Ευθύνη του εργοδότη και των προστηθέντων του προσώπων, προς αποζημίωση των εργαζομένων ανεξαρτήτως υπαιτιότητας ή ευθύνης, η οποία και καθορίζεται ανάλογα με την διάρκεια και την έκταση της ανικανότητας προς εργασία, σύμφωνα με τις σχετικές ρυθμίσεις του συγκεκριμένου νόμου, (σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Α.Ν. 1846/1951 περί ασφαλίσεως στο ΙΚΑ) .
Ωστόσο, σε περίπτωση που το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του προσώπων, είτε ως προς το αποτέλεσμα του ατυχήματος αυτό καθ’ αυτό, είτε ως προς τη παράβαση των διατάξεων που ορίζουν μέτρα προστασίας της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία και εφόσον το ατύχημα συνδέεται αιτιωδώς με τις συγκεκριμένες παραβάσεις, ο παθών σε εργατικό ατύχημα ή τα συγγενικά αυτού πρόσωπα, δικαιούνται να ζητήσουν πλήρη αποζημίωση κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, για κάθε περιουσιακή τους ζημιά.
Αναφορικά με το κομβικό κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης για την Ηθική Βλάβη – Ψυχική Οδύνη, δεν υπάρχει πρόβλεψη στον συγκεκριμένο Νόμο, με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις και κατά συνέπεια αρκεί να συντέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος, πταίσμα του εργοδότη - του κυρίου του έργου - των προστηθέντων τους, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 914 Α.Κ., δηλαδή της υπαίτιας και παράνομης πράξης ή παράλειψης. Σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 330 και 914 Α.Κ. συνάγεται ότι προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υποχρέου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, το παράνομο της πράξης ή παράλειψης αυτού και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας με την επελθούσα ζημιά. Η παράνομη έναντι του ζημιωθέντος συμπεριφορά μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη αλλά και σε παράλειψη, εφόσον ο υπαίτιος ήταν υποχρεωμένος να ενεργήσει, από δικαιοπραξία, τον νόμο ή από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, πράγμα που υφίσταται κυρίως, όταν το υπαίτιο πρόσωπο δημιούργησε μία επικίνδυνη κατάσταση από την οποία ήταν δυνατό να προκύψει ζημιά σε τρίτους.
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο, τα Δικηγορικά μας γραφεία διαθέτουν μεγάλη εμπειρία και χειρίζονται πλήθος υποθέσεων εργατικών ατυχημάτων, που αφορούν μεταξύ άλλων :