Τα τροχαία ατυχήματα αποτελούν δυστυχώς ένα σημαντικό αριθμό περιστατικών που απασχολεί την Ελληνική πραγματικότητα, καθώς η χώρα μας κατέχει μία από τις υψηλότερες θέσεις σε θανατηφόρα τροχαία δυστυχήματα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ανερχόμενα σε 69 ανά εκατομμύριο πληθυσμού και συνολικό αριθμό παθόντων άνω των 14.000 (το έτος 2017).
Σε αυτό το πλαίσιο, πολλά από τα συγκεκριμένα περιστατικά απασχολούν την Ελληνική Δικαιοσύνη, τόσο σε ποινικό επίπεδο ευθύνης των υπαιτίων προσώπων, όσο και στο ιδιαιτέρως σημαντικό επίπεδο της εύλογης αποζημίωσης των παθόντων.
Αναφορικά με τα Τροχαία ατυχήματα, (κατ’ εξαίρεση με τα λοιπά είδη ατυχημάτων), η Ελληνική Νομοθεσία σε εναρμόνιση με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, προβλέπει ευθεία αξίωση του ζημιωθέντος τρίτου κατά του ασφαλιστή, με αποτέλεσμα στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι αξιώσεις αποζημίωσης να διεκδικούνται απευθείας από τις ασφαλιστικές εταιρείας των υπαιτίων οδηγών.
Η συγκεκριμένη πρακτική έχει οδηγήσει τις ασφαλιστικές εταιρείες, ως νομιμοποιούμενες και άμεσα ενδιαφερόμενες, να διαμορφώσουν ανεπτυγμένα συστήματα προκειμένου να διαλαμβάνονται άμεσα των τροχαίων ατυχημάτων, προς διασφάλιση των συμφερόντων τους, χωρίς ωστόσο να μεριμνούν πάντοτε για την διασφάλιση των δικαιωμάτων και της εύλογης αποζημίωσης των ζημιωθέντων προσώπων.
Δική μας μέριμνα είναι να εξασφαλίζουμε από τη πρώτη στιγμή τα συμφέροντα των παθόντων και την μέγιστη αποζημίωσή τους, πραγματοποιώντας κάθε απαραίτητη προς τον σκοπό αυτό ενέργεια, καθώς η διαδικασία αποζημίωσης απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις, ειδάλλως μπορεί πολύ συχνά να αποτελέσει μια δυσάρεστη εμπειρία για τους ζημιωθέντες τρίτους.
